Στάϊκος Σταϊκόπουλος (1798 – 1835)

Στάϊκος  Σταϊκόπουλος (1798 – 1835)

Πέθανε στις 21 Φεβρουαρίου 1835

 

 

Ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος γεννήθηκε στη Ζάτουνα της Αρκαδίας. Ήταν ο τελευταίος γιος του Παναγιώτη και της Ζαχαρούλας Σταϊκοπούλου. Κοντόσωμος, νευρικός και τολμηρός.  Ο πατέρας του ήταν κρεοπώλης ενώ ο ίδιος ήταν δερματέμπορος.

Το 1818 πήγε στην Ύδρα όπου ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση επεξεργασίας και εμπορίας δερμάτων. Εκεί μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία από τον Νικόλαο Σπηλιωτόπουλο.

Όταν ξεκίνησε η επανάσταση πήρε πρώτος τα όπλα και επικεφαλής στρατιωτικού σώματος, έσπευσε στο Άργος και έλαβε μέρος στην αντίσταση κατά του Κεχαγιάμπεη.

Στο Άργος, έκανε το πρώτο δικό του Στρατιωτικό Σώμα από συμπατριώτες του Ζατουνίτες, εφοδιάζοντάς τους πρώτα με ρόπαλα, με σούβλες και καλάμια, μέχρι που έλαβε όπλα από τις πρώτες μάχες του με τον κατακτητή πολιορκώντας τον. Μαζί του είχε τους Ζατουνίτες Γεώργιο Αντωνόπουλο (έμπιστος και γραμματικός του), τον Β. Βερροιόπουλο, τον Πάϊκο Δημητρόπουλο, τον Ηλία Ηλιόπουλο, τον Ρέγγο, τον Νικήτα Κάζαγκλη, τον Γεώργιο Λαγάνη, τον Γιώργο Μητρόπουλο, τον αδελφό του Θανάση και τα ανίψια του Άγγελο (γιό του Θανάση), και Γιωργάκη (γιό της αδελφής του Κωνσταντίνας), τον οποίο έβαλε μπαϊρακτάρη του (σημαιοφόρο).

Στο Άργος, μαζί με τον Σπηλιωτόπουλο και άλλους συμπατριώτες του, ίδρυσαν την “Καγκελαρία”, μια μορφή διοίκησης που έλαβε μέτρα για την πολιορκία του Ναυπλίου. Οι μέρες κυλούσανε και ο Σταϊκούλης, όπως τον αποκαλούσαν όλοι λόγω του μικρού του αναστήματος, με το αυστηρά πειθαρχημένο σώμα του, έτρεχε σε όλα τα πεδία των μαχών από τον Αχλαδόκαμπο και το Παρθένι μέχρι την Τριπολιτσά, πότε δίπλα στον Κολοκοτρώνη και πότε μόνος του, γεμίζοντας τα στήθια του πληγές αντί για παράσημα. Σε όλη την διάρκεια του Αγώνα, ήταν ο εμψυχωτής των δειλών αλλά και ο φροντιστής των στρατιωτών και του λαού, εξασφαλίζοντας τις τροφές τους. Η απελευθέρωση όμως του Ναυπλίου, αποτελούσε για τον Στάϊκο κορυφαίο σκοπό.

<< ΣΤΑΪΚΟΣ ΣΤΑΪΚΟΠΟΥΛΟΣ
Οὗτος ἦτον ἀπὸ τὴν Ζάτουναν καὶ πρὸ τῆς
ἐπαναστάσεως ἐκατοίκει εἰς τὴν Ὕδραν. Πρῶτος αὐτὸς ἐφάνη
πολιορκητὴς τοῦ Ναυπλίου καὶ σύγχρονος τῆς
Μπουμπουλίνας. Ἐγένετο δὲ σύντροφος τοῦ Νικολῆ
Σπηλιωτοπούλου διὰ τὴν κατ᾿ ἀρχὰς σύστασιν τῆς
Καγκελαρίας τοῦ Ἄργους. Ὕστερον δὲ ὅταν ἦλθεν ὁ Παπᾶ
Ἀρσένης καὶ οἱ λοιποὶ Κρανιδιῶται εἰς τὴν πολιορκίαν καὶ
ἔμεναν οὗτοι ἐκεῖ σταθεροὶ, ὁ Στάϊκος ἔκαμνεν
ἐκδρομὰς μὲ τοὺς στρατιώτας του ἕως εἰς τὸν
Ἀχλαδόκαμπον καὶ τὸ Παρθένι, καὶ πλησίον ἀκόμη τῆς
Τριπολιτσᾶς, ἡ ὁποία ἐπολιορκεῖτο, ἐφαίνετο ἐδῶ καὶ ἐκεῖ
μεταβατικὸς, καὶ πάλιν ἐπέστρεφεν εἰς τὴν πολιορκίαν
τοῦ Ναυπλίου. Αἱ ἐκδουλεύσεις τοῦ στρατηγοῦ τούτου
εἶναι γνωσταί. Αὐτὸς ἠνδραγάθησεν εἰς ὅσους
πολέμους εὑρέθη, αὐτὸς ἐπῆρε καὶ τὸ Παλαμήδιον. Πολλοὶ
ἐφάνησαν πολιορκηταὶ τοῦ Ναυπλίου ἐκ διαλειμμάτων,
αὐτὸς ὅμως ὑπῆρξε διαρκὴς, καὶ διὰ τῆς ἱκανότητός
του πρῶτος τῶν ἄλλων ἐμβῆκεν εἰς τὸ Παλαμήδιον.
Μετὰ δὲ ταῦτα εὑρέθη καὶ εἰς τὴν τελευταίαν
πολιορκίαν τῆς Κορίνθου μέχρις ὅτου παρεδόθη καὶ τὸ
φρούριον τοῦτο πρὸς τὸν Κολοκοτρώνην. >>

ΒΙΟΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΙΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΞΩΘΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΝ ΕΛΘΟΝΤΩΝ ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΑΜΕΝΩΝ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΝΤΕΣ ΜΕΝ ΥΠΟ ΦΩΤΙΟΥ ΧΡΥΣΑΝΘΟΠΟΥΛΟΥ Η ΦΩΤΑΚΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΥΠΑΣΠΙΣΤΟΥ ΤΟΥ Θ. ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

Ο Στ. Σταϊκόπουλος «κυβερνούσε με σιδερένιο χέρι», γράφει ο Κωστούρος. Δείγ­μα της πειθαρχίας που είχε επιβάλει στους άντρες του, είναι το περιστατικό στην Παναγία την Πορτοκαλούσα, στο Άργος.

Ένας στρατιώτης του έκλεψε ένα ελάφι του μοναστηριού αυτού και ο καπετάν Στάϊκος ετοιμαζόταν να του πάρει το κεφάλι. Παρενέβη, όμως, ο ανηψιός του λέγοντας ψέματα, ότι αυτός σκότωσε το ελάφι, για να σώσει το φταίχτη. Και ο Στάϊκος δε δίστασε, σκότωσε το ανήψι το! Όταν αποκαλύφθηκε η αλήθεια, σκότωσε και τον υπαίτιο. Έκτοτε ο Σταϊκούλης είχε τύψεις, που τον αναστάτωναν, καθώς περνούσαν τα δύσκολα χρόνια του Αγώνα. Διηγούνταν οι σύγχρονοι του, ότι ξύπναγε τη νύχτα, σηκωνόταν, έζωνε τ’ άρματα του και με το γιαταγάνι του μάχονταν επιθετικά τους τοίχους του δωματίου του.

Μετά, έπεφτε κάτω στο πάτωμα σφαδάζοντας, χτυπούσε το κεφάλι του και έκλαιγε. Όταν του πέρναγε η κρίση, συνερχόταν. Αγωνιζόταν πάντα με ορμή. Στην πολιορκία της Κορίνθου πληγώθηκε. Ο «μινίστρος» του πολέμου Ιω. Κωλέττης πρότεινε στον πρόεδρο του Εκτελεστικού: «Επει­δή ο καπητάν Στάϊκος Σταϊκόπουλος απ’ αρχής του παρόντος αγώνος άχρι τούδε έδω­κε προφανή τεκμήρια της στρατιωτικής αυτού ανδρείας, και μάλιστα της επιμονής, με την οποίαν διέμεινε προσκαρτερών εις την πολιορκίαν του Ναυπλίου, χωρίς να απαυδήση ποσώς δια τας μακράς ταλαιπωρίας, και δια τα οποία φοβερός μεν εις τους εχθρούς, αξιάγαστος δε εις τους ημετέρους κατεστάθη, και επειδή εις την προλάβούσαν των πολιορκουμένων εξόρμησιν προπολεμών ανδρείως, επληγώθη, δια τούτο το Μινιστέριον του πολέμου φροντίζον ίνα ανταμείβεται επαξίως η στρατιωτική αρετή των τοιούτων, εισαγγέλλει ώστε η υπέρτατη Διοίκησις να ανταμείψη τας εκδουλεύσεις και ανδραγαθίας του ρηθέντος Σταϊκόπουλου με τον στρατιωτικόν βαθμόν του πεντακοσιάρχου, επιτάττουσα εις το Μινιστέριον του πολέμου ν’ αποστείλη προς αυ­τόν τα κυρωτικά περί τούτου έγγραφα.

Εν Κορίνθω, τη 12η Μαρτίου 1822» (Μαίρης Ν. Βέη, οπ.π. σ. 21-22).

Η Κυβέρνηση τον προήγαγε στον «βαθμόν του ταξιάρχου μόνον και όχι πεντακοσιάρχου», την επομένη ημέρα. Τούτο ήταν μια δικαίωση των αγώνων του. Στο βαθμό του χιλίαρχου προβιβάστηκε στις 13 Οκτωβρίου του χρόνου αυτού κατά πολιορκία του Ναυπλίου, «επειδή ελπίζει η πατρίς πολλά παρ’ αυτού».

Η μεγάλη του ώρα ήταν το Παλαμήδι. Την επομένη της αλώσεως μετά από πρό­ταση του Εκτελεστικού, η Προσωρινή Διοίκησις της Ελλάδος, που είχε έδρα την Ερμιόνη, τον αναγόρευσε στρατηγό, γιατί «ο χυλίαρχος Στάϊκος Στάϊκόπουλος εξ εφόδου χθες εκυρίευσε το τρομερό Παλαμίδι. Την αρετήν του ανδρός αγέραστον να αφήση η Διοίκησις δεν φαίνεται εύλογον. Το Εκτελεστικόν σώμα κρίνει εύλογον εις τον βαθμόν της στρατηγίας να προβιβαστή ο τροπαιούχος Στάϊκος Σταϊκόπουλος, και καθυποβάλλεται τούτο εις του Βουλευτικού την επίκρισιν». (οπ.π. σελ. 23).

Την ίδια ημέρα, «εγκρίνει και το Βουλευτικόν αξιώτατον τοιούτου βαθμού περί τε των άλλων εκδουλεύσεών του προς την πατρίδα, και τροπαίων κατά των εχθρών, και περί της δι’ εφόδου καταπορθήσεως του δυσπορθήτου Παλαμιδίου» (όπ.π.).

Έτσι, ο Στ. Σταϊκόπουλος ονομάστηκε στρατηγός, σε ηλικία 24 ετών, και με το βαθμό αυτό συνέχισε τον Αγώνα. Αλλά λόγω του ευερέθιστου χαρακτήρα του, δεν έγινε αργότερα φρούραρχος του Παλαμηδίου ούτε του Ιτς-Καλέ, όπως επιθυμούσε, και είχε μόνιμο οικονομικό πρόβλημα. Αλλά και πρόβλημα κοινωνικής προσαρμογής.

Κατά τον μετέπειτα εμφύλιο σπαραγμό, υπέφερε τα δεινά μεταξύ των αντι­μαχομένων παρατάξεων. Όπως σημειώνει ο Γ. Χώρας, δύο ήταν τα μόνιμα αιτήμα­τά του: Το χρηματικό και το στεγαστικό. Τον βρίσκουμε αργότερα ως «ενοικιαστή των εθνικών προσόδων» σε διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου. Το 1825, χωρίς μισθό και χωρίς σπίτι, «ξεσήκωσε τ’ Ανάπλι». Έτσι, έμενε μόνον με τις δάφνες του και τον τίτλο του στρατηγού, χωρίς σχεδόν κανένα υλικό αντίκρυσμα. Ο ψυχικός του βρασμός είναι προφανής και εξεκενώθη, γράφει ο πιο πάνω ιστορικός και παρα­θέτει σχετική πρόταση του Βουλευτικού προς το Εκτελεστικό:

«Ο καπετάν Στάϊκος Σταϊκόπουλος εσήκωσε την ησυχία όλων των κατοίκων του Ναυπλίου, έδειρε πολίτας, εβίασε την φυλακήν της Αστυνομίας, εκτύπησε τον βουλευτήν κύριον Ιωάννη Πάγκαλον μέσα εις την οικίαν του περί τας 6 ώρας της νυκτός και τέλος κάνει έργα μαινόμενου. Όθεν, δια να μην ταράττεται η κοινή ησυχία και μάλιστα υπ’ όψιν της Διοικήσεως, το Βουλευτικόν κρίνει εύλογον να συλληφθή χωρίς αναβολής καιρού και να ριφθή εις το καστέλλον (Μπούρτζι). Όθεν το Σ. εκτελεστικόν ας δώση τας ανάλογους διαταγάς». (Γεωργ. Αθ. Χώρα, οπ.π. σ. 349-350).

Μετά την επιδρομή του Ιμπραήμ στην Αργολίδα (καλοκαίρι του 1825), ο Σταϊκόπουλος ζήτησε από την Κυβέρνηση όπλα και χρήματα, για να εκστρατεύσει εναντίον του. Δεν πολέμησε στους Μύλους αλλά στα «Κατζιωτέικα αμπέλια, όπου εφόνευσε πλείστους Άραβας και συνέλαβε 30 εξ αυτών αιχμαλώτους, τους οποίους απέστειλε εις Ναύπλιον» (Μαίρη Ν. Βέη, οπ. π. σ. 47).

Κατά την περίοδο του Κυβερνήτη Καποδίστρια, ο Στ. Σταϊκόπουλος ήταν μεταξύ των δυσαρεστημένων άτακτων στρατιωτικών και «εφώναζε» εναντίον του. Σκληρότερη ήταν η τύχη των άτακτων βαθμοφόρων επί Αντιβασιλείας του Όθωνα. Τότε ο Στ. Σταϊκόπουλος αναγνωρίσθηκε με το βαθμό του αντισυνταγματάρχη της Εθνοφυλακής, χωρίς να του χορηγηθεί το επίσημο δίπλωμα, γιατί περιέπεσε σε δυσμένεια λόγω αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς του. Το σώμα της Εθνοφυλακής καταργήθηκε το 1835, έτος του θανάτου του ήρωα, χωρίς να έχει εισπράξει τις αποδοχές του βαθμού του, όπως ζητούσε αυτός και μετέπειτα η θυγατέρα του Ζαχαρούλα και αργότερα τα εγγόνια του.

Ο Στ. Σταϊκόπουλος, διαμένοντας στο Άργος ή στην Πρόνοια Ναυπλίου, ασκούσε δριμεία κριτική κατά των κρατούντων και είχε γίνει πολύ προκλητικός στους Βαυαρούς του Όθωνα. Δεν μπορούσε να κατανοήσει γιατί οι ελευθερωτές της Πα­τρίδας έχασαν τώρα την πολιτική εξουσία. Επί κυβερνήσεως του Ιω. Καποδίστρια οι ιθύνοντες του έδειχναν επιείκεια λόγω της αρρώστιας του. Αλλά η κυβέρνηση, επί Αντιβασιλείας, τον έκλεισε στη φυλακή του Λεονάρδου. Έτσι, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Γ. Χώρας, «από την πιο ψηλή κορυφή του Παλαμηδίου έπεσε στο χαμόγειο της φυλακής του Ναυπλίου». Τότε από έλλειψη νοσοκομείων για τους «φρενοβλαβείς», οι πάσχοντες ασφαλίζονταν στις φυλακές.

Έτσι, ο ηρωικός και τραγικός Στ. Σταϊκόπουλος πέθανε κυριολεκτικά «στην ψάθα» της φυλακής σε ηλικία 37 ετών (21 Φεβρουαρίου 1835). Ο άδοξος αυτός θάνατος προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση στην Αργολίδα. Συγγενείς και φίλοι του περιέφεραν δίσκο για την κηδεία του, που έγινε μεγαλοπρεπής με δαπάνη του κοινού. Επικήδειο εκφώνησε στον Άγιο Γεώργιο Ναυπλίου ο διάκονος Ευγένιος Διογενίδης και ο νεκρός του ετάφη στον περίβολο του ναού των Αγίων Πάντων, στην Πρόνοια.

Η πόλη τον τίμησε με μία κεντρική οδό στο όνομά του. Το 1966 με δαπάνες της δισέγγονης του Ζαχαρούλας, συζύγου του Ευαγγέλου Μάρκου Παπαμάρκου, του έστησε ανδριά­ντα που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Νικόλας, στην πλατεία Σταϊκοπούλου, όπου κάθε χρόνο, την τελευταία Κυριακή του Νοεμβρίου γίνονται πανηγυρικές εκδηλώσεις προς τιμήν του.

Στο βάθρο του μνημείου ο ποιητής Θεόδωρος Κ. Κωστούρος έγραψε τούτους τους στίχους:

Αγέραστος κι αθάνατος, πάντα κοντάμας μένεις

του Εικοσιένα σταυραητέ, της λευτεριάς πουλί.

Ω Πορθητή του πιο τρανού κάστρου της οικουμένης που δέχτηκες

στο μέτωπο της Δόξας το φιλί.

[issuu layout=http%3A%2F%2Fskin.issuu.com%2Fv%2Flight%2Flayout.xml showflipbtn=true documentid=110222204145-603ce18584fb4f4089e6e61a19798b90 docname=staikopoulos_phges username=sxoliastis loadinginfotext=STAIKOS%20STAIKOPOULOS_PHGES showhtmllink=true tag=staikopoulos width=420 height=297 unit=px]

 

 

ΠΗΓΕΣ

  • Η Άλωση του Παλαμηδίου και ο Στάϊκος Σταϊκόπουλος

Πάνος Λιαλιάτσης

Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.

 

·         Στάϊκος Παν. Σταϊκόπουλος
Δήμος Δημητσάνης

· Σταϊκόπουλος Στάϊκος (1798-1835)

Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη

· Από τα τελευταία χρόνια  του Στάϊκου Σταϊκόπουλου

Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη

· Από τα τελευταία χρόνια του Στάϊκου Σταϊκόπουλου

Βασίλης Κ. Δορωβίνης

Ναυπλιακά Ανάλεκτα VII, Έκδοση Δήμου Ναυπλιέων, Δεκέμβριος 2009.