Ήθη και Έθιμα της Αποκριάς από το χωρίον Παναρήτι Ναυπλίας

Ήθη και Έθιμα της Αποκριάς από το χωρίον Παναρήτι Ναυπλίας

Από τον Γκολέμη Ιωάννη τ. Β. ,  1968-69

kyra sarakosti

 

ΑΠΟΚΡΕΩ

 

Πρώτη εβδομάς

 

Την λέμε Κρεατινή διότι συνηθίζουμε να τρώμε κρέας. Χορεύουμε εις την πλατείαν του χωριού, άντρες και γυναίκες μαζί. Ανάβουμε μεγάλες φωτιές δια να είναι σαν ημέρα.

Πολλοί γίνονται μασκαράδες. Φορούν δηλαδή, ρούχα παλιά, κρύβουν τα πρόσωπά τους με τσεμπέρια (μαντήλια) ή βάζουν μουτζούρα. Άλλος κάνει τον κουτσό άλλος τον κουλό, άλλος τον καμπούρη. Μπαίνουν στο χορό και αρχίζουν  να πειράζουνε άντρες και γυναίκες. Ακόμη κάμνουν και χειρονομίες, δεν υπάρχει όμως παρεξήγηση.

 

Δευτέρα εβδομάς

 

Αυτήν την εβδομάδα τρώμε κυρίως μακαρόνια εκτός από την Τετάρτη και την Παρασκευή που τρώμε κρέας. Το κρέας το τρώμε γιατί πρόκειται να νηστέψουμε τις επόμενες ημέρες.

 

Ψυχοσάββατον

 

Πηγαίνουμε στο νεκροταφείο στάρι, πρόσφορο και ψυχοκέρι. Το ψυχοκέρι το φτιάχνουμε μόνοι μας από κερί και κλωστή. Το φιάχνουμε μόνοι μας δια να είναι καθαρό, γιατί είναι μόνο και μόνο δια τις ψυχές. Δεν πρέπει να πάμε κακής ποιότητας κερί διότι είναι κακό για τους πεθαμένους .

Το στάρι, το πρόσφορο, το κερί το θέλουν πολύ οι νεκροί. Γιατί μ’ αυτό τους δείχνουμε ότι δεν τους ξεχάσαμε. Από το Ψυχοσάββατο βγαίνουν οι νεκροί και ζουν πάνω στη γη έως την Πεντηκοστή.

Στο νεκροταφείο περιποιούμεθα καλά τους τάφους των γνωστών μας. Καθαρίζουμε τα χορτάρια, ασπρίζουμε το μνήμα. Τότε δε η ψυχή του νεκρού χοροπηδάει από τη χαρά του.

Μετά τη λειτουργία ο παπάς πηγαίνει και διαβάζει πάνω από τα μνήματα. Πηγαίνουμε τον Παπά κυρίως σε νέους ή αδικοσκοτωμένους ή σ’ αυτούς που έχουν πεθάνει στο πόλεμο.

Εάν ένας έζησε εκατό χρόνια δεν πηγαίνουμε τον παπά διότι θα είναι ήσυχος ότι έζησε πολλά χρόνια στη ζωή του.

Κρατάμε στο χέρι το ψυχοκέρι και μνημονεύει ο παπάς με το ψυχοχάρτι. Μοιρολογάμε τους νεκρούς κατά την ώρα που ο παπάς τους διαβάζει. Οι παππούδες μας έλεγαν δια τα Ψυχοσάββατα «Ανάθεμα όποιος δούλευε τα τρία τα Σάββατα».

Είναι μεγάλο κακό να δουλεύουμε όταν οι νεκροί μας έχουν γιορτή. Δεν ράβουμε τα ψυχοσάββατα διότι με την βελόνα βγάζουμε τα μάτια των πεθαμένων.

Δεν κάνουμε ρόκα διότι γεμίζουν το τραπέζι τρίχες και είναι το μέρος που θα έρθουν οι πεθαμένοι να καθίσουν να φάνε.

Βράζουμε φάβα διότι μόνο φάβα μπορεί να φάει ο πεθαμένος αφού δεν έχει δόντια, και μόνο αυτό το φαγητό συγχωριέται να φάει ο πεθαμένος.

Οι γριές πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και συγχωριούνται μεταξύ τους. Είναι κακό να τρώμε κρέατα τα ψυχοσάββατα.

 

Τρίτη εβδομάς

Δεν τρώμε κρέας, τρώμε τυρί, μακαρόνια, τροφές που προέρχονται από το γάλα των προβάτων. Δηλαδή να μην υπάρχει κρέας στις τροφές. Συνεχίζουμε να χορεύουμε όπως στις άλλες ημέρες.

 

Κυριακή της Τυροφάγου

Την ημέρα αυτή κάνουμε ένα παιχνίδι μέσα στην οικογένειά μας. Τυλίγουμε ένα αυγό με σκοινί και το κρεμάμε στο ταβάνι. Το αλείφουμε και με γιαούρτι. Κατόπιν αρχίζουμε να πηδάμε για να δαγκώσουμε το αυγό, το αυγό όμως δεν πιάνεται και το πρόσωπο γεμίζει γιαούρτι. Το κάνουμε για να διασκεδάσουμε, συνεχίζουμε, όταν κουρασθούμε σταματάμε.

Φιάγνουμε γαλόπιτες, την Κυριακή αυτή. Αυτοί που έχουν πρόβατα μοιράζουν το γάλα την ημέρα αυτή σε όλους τους χωριανούς. Οι μασκαράδες πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι φιλούν το χέρι των παππούδων δια να τους δώσουν την ευχή των. Πειράζουν τα κορίτσια και λεν άσχημες κουβέντες. Δεν τους παρεξηγούμε όμως γιατί το κάνουν για τα «χρόνια πολλά».

Όλοι οι συγγενείς μαζεύονται σε ένα σπίτι. Κυρίως πηγαίνουμε στα σπίτια των μεγαλυτέρων αδελφών. Παίρνουμε τα δικά μας φαγητά, η κάθε οικογένεια, και τρώμε όλοι μαζί.

Την Κυριακή αυτή στους χορούς λέμε διάφορα τραγούδια, τραγουδώντας τα με το στόμα, όλος ο χορός. Ο χορός είναι συρτός ή καλαματιανός.

Ένα τραγούδι λέει:

Πάνω π’ ανθίζουν τα κλαδιά

Κι ο πάγος δεν τα’ αφήνει

Πιάνω κι εγώ να σ’ αρνηθώ

Κι ο πόνος δεν μ’ αφήνει

Το χέρι σου το παχουλό

Και το φαρδύ μανίκι

Να το ‘βαζα προσκέφαλο

Τρεις μέρες και τρεις νύχτες

Και να ‘ταν οι μέρες του Μαγιού

Και οι νύχτες του Γενάρη.

 

Ένα άλλο τραγούδι που τραγουδούμε έχει τα λόγια:

Το βλέπεις κείνο το βουνό

Που ‘ναι ψηλό απ’ τα άλλα

Εκεί είναι πύργος γυάλινος

Με κρυσταλλένια τζάμια.

Εκεί κοιμάται μια ξανθή

Μιας χήρας θυγατέρα

Και πως θα την ξυπνήσουμε

Και πως θα της το πούμε.

Ξύπνα καημένη Αναστασιά

Ξύπνα καημένη κόρη

Ξύπνα κι άναψε τη φωτιά

Και σβήσε το λυχνάρι

Γιατί μας πήρε χαραυγή

Το δόλιο μεσημέρι.

Παν τα πουλάκια στη βοσκή

Κι έμορφες στη βρύση

Σήκω κι εσύ το άτι σου

Να πας να το ποτίσεις.

 

Δουλειές την ημέρα αυτή δεν κάνουμε γιατί μπορεί να μας έρθει μεγάλο κακό. Το βράδυ της Κυριακής όταν η οικογένεια βρίσκεται στο σπίτι, γύρω στη φωτιά παίζουμε με τα αυγά:

Παίρνει ο καθένας από ένα αυγό και τα βάζουμε γύρω στη φωτιά και περιμένουμε. Εάν το αυγό δεν ιδρώσει είναι θάνατος. Τα αυγά που ιδρώνουν είναι καλό.

Μετράμε τα δάκρυα που θα βγάλει και όσα δάκρυα μετρήσουμε τόσα είναι τα χρόνια ζωής.

Καθαρά Δευτέρα

 

Τρώμε φαγητά νηστήσιμα όπως ελιές, πιπεριές, τουρσιά, χαλβά κλπ. Για την ημέρα αυτή μαζεύουμε ρετσίνι για τις φωτιές που θα ανάψουμε, δια να κρατήσουν οι φωτιές αρκετές ώρες. Μερικά τραγούδια που τραγουδούμε λένε τα λόγια τα εξής:   (τα τραγούδια αυτά τα έλεγαν δια τους νέους που ήρχοντο από τα ξένα χωριά και έσυρον τον χορόν μας)

Κορίτσια μην πιστεύεται

Τους λιμοκοντόρους

Τα ρούχα που φορένουνε

Χρωστάνε στους εμπόρους

Λιμοκοντόρος πέρασε

Και βρήκε μια δεκάρα

Κι από την πείνα την πολύ

Την πήρε κουραμάνα.

 

Για κοπέλες που προσπαθούσαν να φανούν μπροστά στους ξένους, και η ηθική τους αξία είχε πέσει, τους τραγουδούσαν:

Μην τόσο καμαρώνεις

Δεν είσαι απ’ τις καλές

Παρά είσαι από τις τρίτες

Τις παρακατιανές.

Ένα άλλο τραγούδι λέει:

Χάσαμε το μαντήλι μου

Καημό που ‘χε τα χείλη μου

Το ωραίο κεντημένο

Που μου το κεντούσανε

Και μου το τραγουδούσανε

Τρία έμορφα κοράσια

Σαν του Μάη τα κεράσια

Η μια κεντάει τη θάλασσα

Κι η άλλη τον Πετρίτη

Η Τρίτη η μικρότερη

Παρασκευή και Τρίτη.

 

 Σχετικά άρθρα

 

 

 

 

 

 

 

 

Tagged