Νεκρολογίες για τον Στ. Σταϊκόπουλο, 1835

Νεκρολογίες και μία μαρτυρία για τον Στ. Σταϊκόπουλο, 

που δημοσιεύτηκαν στον τύπο της εποχής, λίγες μέρες μετά τον θάνατό του.

Ο Στάικος Σταϊκόπουλος, με την έλευση του Όθωνα, καταφέρεται εναντίον των Βαυαρών και σε συνδυασμό με τις συχνές μανιοκαταθλιπτικές του κρίσεις, φυλακίζεται συχνά στις υγρές φυλακές του “Λεονάρδου”. Στις 21 Φεβρουαρίου 1835, ο Στάικος Σταϊκόπουλος, ο πορθητής του Παλαμηδίου, αποφυλακίζεται και αφήνει την τελευταία του πνοή.

Eνταφιάστηκε με τιμές ήρωα και πανηγυρικούς λόγους. Σας παρουσιάζουμε τι γράφτηκε στον τοπικό τύπο εκείνης της εποχής.

 

ΣΩΤΗΡ  24/02/1835

ΝΕΚΡΟΛΟΓΙΑ.

Στάϊκος Σταϊκόπουλος

22 Φεβρουαρίου 1835

 

Ἡ πατρὶς ὑστερήθη πάλιν ἐνός τῶν γενναίων ὑπερμάχων της. Εἷς τῶν ἀνδρείων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι συνεισέφεραν εἰς τὴν δόξαν τῶν Ἑλληνικῶν ὅπλων, εἰς τὸν θρίαμβον τῆς ἐλευθερίας κατὰ τοῦ δεσποτισμοῦ, ὁ Στάϊκος Σταϊκόπουλος, ἀπέθανε τὴν νύκτα τῆς 20 τοῦ τρέχοντος Φεβρουαρίου.

Νομίζοντες περιττὸν νὰ ἐξετάσωμεν ὅλας τὰς φάσεις τοῦ βίου τοῦ γενναίου μαχητοῦ, τὸν ὁποῖον θρηνοῦμεν σήμερον, περιοριζόμεθα εἰς μίαν καὶ μόνην πρᾶξιν τῆς ζωῆς του, ἥτις εἶναι καὶ ὁ μεγαλήτερος τίτλος τῆς δόξης του, καὶ ὁ προσφιλέστερος εἰς ὅλας τὰς ᾿Ελληνικὰς καρδίας.

Ὁ Στάϊκος Σταϊκόπουλος εἰσῆλθε πρῶτος εἰς τὸ φρούριον τοῦ Παλαμηδίου, τὸ ὁποῖον ἐπολιόρκει πρὸ καιροῦ ἱκανοῦ μὲ ἀπαραδειγμάτιστον ἐπιμονὴν καὶ καρτερίαν. Εἶναι γνωστὸν, πόσον ἡ πτῶσις τοῦ φρουρίου τούτου συνεισέφερεν εἰς τὰς προόδους τῆς ἐπαναστάσεώς μας. Πλήρης ἐνθουσιασμοῦ ὑπὲρ τῆς ἐλευθερίας, ὁ Στάϊκος εἶχεν ἀφιερώσει όλας του τὰς δυνάμεις εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τῆς πατρίδος του, τὴν ὁποίαν εὐτύχησε νὰ ἴδῃ ἐλευθέραν καὶ ἀνεξάρτητον πρίν κλείσῃ τὰ ὄμματά του.

Ὅταν οἱ κόποι εἶχον ἐξαντλήσει εἰς ἄκρον τὰς σωματικὰς δυνάμεις του, ἦτον ἀδυνατον, αἱ διανοητικαὶ νὰ μὴ λάβουν ἐπίσης μικρὰν ἀλλοίωσιν καὶ ἀδυναμίαν. Ἡ τελευταία αὕτη ἀσθένεια τοῦ μακαρίτου Στάϊκου ἡνάγκασεν ἐσχάτως τὴν τοπικὴν Ἐξουσίαν νὰ λάβῃ τὰ μέτρα, τὰ ὁποῖα ὑπαγόρευαν εἰς αὐτὴν αὐτὰ τὰ ἴδια συμφέροντα τῆς ὑγείας τοῦ πάσχοντος.

Ευρίσκετο μεμακρυσμένος ἀπὸ τὴν κοινωνίαν τῶν ὁμοίων του, ὅταν ησθάνθη τὰ συμπτώματα τῆς θανατηφόρου ἀσθενείας, ἀπὸ τὴν ὁποίαν δὲν ἔμελλε νὰ θεραπευθή.

Μεταφερθείς μεταξὺ τῶν συγγενῶν καὶ οἰκείων του, ἀπέθανε τὴν ἰδίαν ἡμέραν. Τὸ ἔθνος ὁλόκληρον θέλει λυπηθῆ διὰ τὴν ὑστέρησιν ἑνὸς τῶν ἐνδόξων λειψά τῶν ἐθνικῶν φαλάγγων μας. Η λύπη τῶν Ἑλλήνων θέλει τὸν συνοδεύσει ἕως εἰς αὐτὸν τὸν τάφον, ἡ δὲ πατρὶς δὲν θέλει ποτὲ λησμονήσει τὸν πατριωτισμὸν καὶ τὴν καρτερίαν τοῦ Στάϊκου.

Η κηδεία του ἔγεινε σήμερον εἰς τὰς 2. ὥρας μετὰ τὸ γεῦμα. Ὅλα τὰ ἐργαστήρια ἔκλεισαν· οἱ δὲ κάτοικοι ὅλοι τῆς πόλεως μετὰ τῆς στρατιωτικῆς φρουρᾶς συνώδευσαν τὸ λείψανόν του εἰς τὴν τελευταίαν κατοικίαν του.

Εἶναι περιττὸν νὰ προσθέσωμεν, ὅτι ὁ Μακαρίτης Στάϊκος ἀπέθανε πτωχὸς, καὶ ὅτι οἱ συγγενεῖς του περιήρχοντο χθὲς μὲ τὸν δίσκον εἰς τὰς χεῖρας εἰς τὰς ὁδοὺς τῆς πόλεως διὰ νὰ συνάξουν τὰ ἔξοδα τῆς κηδείας του. Εἶναι δίκαιον ὅμως νὰ εἴπωμεν, ὅτι οἱ Δημογέροντες τῆς Ναυπλίας, πληροφορηθέντες τὴν πρᾶξιν τῶν συγγενῶν τοῦ Σταϊκοπούλου, ἔσπευσαν νὰ τὴν ἐμποδίσουν καὶ νὰ ἀναλάβουν τὴν κηδείαν τοῦ ἀποθανόντος, δὲ ἐξόδων τῆς Κοινότητος. Τοῦτο ἦταν τὸ τελευταῖον καὶ ἱερώτερον χρέος μιᾶς πόλεως, εἰς τῆς ὁποίας τὰ τείχη καὶ τοὺς προμαχῶνας πρέπει νὰ ἐγχαραχθῇ καὶ νὰ μένῃ διὰ παντὸς ἀνεξάλειπτον τὸ ὄνομα τοῦ Στάικου Σταϊκόπουλου.

 

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΣ ΕΦΟΡΟΣ  15/3/1835

ΣΤΑΪΚΟΣ ΣΤΑΪΚΟΠΟΥΛΟΣ.

Αἱ ἐπικήδειοι τιμαὶ τοῦ ἀνδρείου τούτου, τὸν ὁποῖον σήμερον θρηνεῖ ἡ Ἑλλὰς, ἔδοσαν ἀφορμὴν σκέψεών τινων τὰς ὁποίας ἀρμόζει νὰ δημοσιεύσωμεν.

Εξ ὅσων τινὲς ἐφημερίδες ἔθεσαν ἀρχῶν, ὡς πρὸς τὰς πράξεις τῶν ἀρχόντων καὶ ἀρχομένων, ἀποφαίνεται ὅτι, ὁ μόνος σκοπὸς αὐτῶν εἶναι νὰ ἐξελέγχωσι καὶ μέμφωνται δημοσίως ὅ,τι αὐταὶ νομίζουσι κακόν· βεβαιότατα τὸ ἔργον ἤθελεν εἶσθαι ἐντελὲς καὶ ὠφέλιμον ἂν, δεικνύοντες ἀφ’ ἑνὸς προθυμίαν ἀκράτητον πρὸς ἀνακάλυψιν τῶν καταχρήσεων, καὶ ζῆλον μέγαν πρὸς στηλίτευσιν αὐτῶν, ἔσπευδον ἀφ’ ἑτέρου, μὲ τὸν αὐτὸν ἐπίσης ζηλον καὶ τὸ ἀμερόληπτον, νὰ ἐπαινῶσι ὅ,τι καλόν καὶ ἄξιον· αυτὸ τοῦτο θέλομεν πράξει σήμερον, χωρίς ποτέ νὰ παρεκτραπῶμεν τῶν ορίων μας.

Σπεύδομεν λοιπὸν νὰ ὁμολογήσωμεν χάριτας εἰς τοὺς Αρχηγοὺς τῆς φρουρᾶς καὶ ἰδίως εἰς τὸν Συνταγματάρχην Λίδερ, διὰ τὸν ζῆλον καὶ προθυμίαν ἣν ἔδειξαν πρὸς ἀπόδοσιν τῶν ἀνηκόντων ἐπικηδείων τιμῶν, εἰς ἕνα τῶν ἡρώων της Ἑλληνικῆς ἐπαναστάσεως.

Η κατὰ τὴν 22 φεβρουαρίου διαγωγὴ τοῦ φρουράρχου Λίδερ, εἶναι ἀξία παντὸς ἐπαίνου· ἑπομένως χρεωστοῦμεν νὰ ἐκφράσωμεν εἰς αὐτὸν δημοσίως τὰς εὐχαριστίας μας, διὰ τὴν παράταξιν μὲ τὴν οποίαν συνώδευσε τὴν κηδείαν, καθώς καὶ διὰ τὴν ἀπόδειξιν τῶν γενναίων καὶ προσηκόντων αἰσθημάτων του. Καὶ, μ’ όλον ὅτι δὲν ἔχομεν σκοπὸν εἰς τὸ ἄρθρον τοῦτο, νὰ ἐξιστορήσωμεν τὰ κατὰ τὴν κηδείαν τούτου τοῦ πρώτου ἐν τῷ Παλαμηδίῳ εἰσελθόντος Έλληνος, δημοσιεύομεν τὸ προσφώνημα τοῦ Αντισυνταγματάρχου τοῦ 8 Ταγ. Οττου, τὸ ὁποῖον ἐξεφώνησεν εἰς τὸν παρατεταγμένον πρὸς συνοδίαν τῆς κηδείας Στρατόν· μόναι δὲ αἱ ἀκόλουθαι φράσεις τοῦ Αντισυνταγματάρχου, ἐξαρκοῦσι πρὸς ἔπαινο αυτού.

 

Στρατιῶται!

 

« Εἶναι χρέος μου νὰ εἰδοποιήσω ὑμᾶς, ὅτι σήμερον προσεκλήθητε  ἵνα προσφέρηται τας τελευταίας τιμάς εἰς ἕνα Στρατιωτικόν, τόν ὁποῖον ἀρμόζει νὰ ὀνομάσωμεν Ήρωα.

» Ο γενναίος ούτος ἀθλητὴς τῆς Ελληνικῆς ἐπαναστάσεως, ἐκτὸς τῶν ὁποίων φέρει εἰς τὸ Σῶμά του πληγῶν, εἶναι καὶ  ὁ πρῶτος τῶν ὑπερπηδησάντων τὰ ὑπερήφανα τείχη τοῦ ἀπορθήτου τουτου φρουρίου, λέγω του Παλαμηδίου.

– Η Α. Μ., πρὸς ἀνταμοιβὴν τῶν λαμπρῶν ὑπηρεσιῶν του, τὸν ὠνόμασεν Αντισυνταγματάρχην, καὶ τὸν ἐτίμησε μὲ τοῦ Σωτῆρος τὸν Σταυρόν.

» Συνοδεύοντες ἄρα την κηδείαν τοῦ ἀνδρείου τούτου μ’ ὅλην τὴν στρατιωτικὴν παράταξιν, ἐκπληροῦμεν τὰ ἱερώτερα

τῶν καθηκόντων μας.

 

ΕΠΟΧΗ 3/3/1835

Κύριε Συντάκτα τῆς ᾿Εποχῆς

Εἰς τὸν ἀριθμὸν 41 της εφημερίδος σας βλέπω ὅσα ἀπὸ ἄγνοιαν βέβαια τῆς ἀληθείας παρενείρατε εἰς τὴν Νεκρολογίαν το Μακαρίτου Στάικου Σταϊκόπουλου, κατα του Κυρίου Νομάρχου Αργολίδος καὶ Κορινθίας.

Γνωρίζων τὰς περιστάσεις, αἵτινες ὑπηγόρευσαν τὰ μέτρα τοῦ περιορισμού  του Στάικου, χρεωστὼ εἰς τὴν ἀληθειαν καὶ εἰς τὸ δίκαιον νὰ τὰς ἐκθέσω, χωρις σκοπὸν νὰ βλάψω παντάπασι τὴν μνήμην του ἀνδρὸς τούτου.

Ο Στάΐκος Σταϊκόπουλος ἀπὸ περιοδικὴν φρενοβλάβειαν, ἥτις τὸν ἀπικατέσταινεν ὀχληρὸν πρὸς τὴν κοινωνίαν, ἐπίφοβον καὶ πολλάκις ἐπικίνδυνον, πρὸ δύο περίπου μηνῶν ἐνωχλήθη σδοφρώς ἀπὸ τὸ παθος τούτο’ οἱ κάτοικοι τοῦ ᾿Αργους,  ἡ Κοινωτική Αρχή, ὁ ῎Επαρχος,  δὲν ἠδύναντο νὰ ὑποφέρωσι τὰς ἐκ τις παραφορᾶς τῆς μανίας ἐπικινδύνους πράξεις τοῦ Στάϊκου, καὶ εζήτησαν επισήμως τον περιορισμόν του.

Ήλθε μετὰ ταυτα εἰς Ναύπλιον οἰκογενειακῶς, ἔπραξε πταίσματα καὶ πλημμελήματα ἄπειρα το ᾿Αρχείον τῆς Εἰσαγγελίας γέμει των διαφόρων τούτων καταμηνύσεων, καὶ μία δυστυχής γυνὴ κεῖται ἀκομη κλινήρης ἀπὸ τὰς πληγας, τὰς ὁποίας ὁ Σταϊκος μαινόμενος τῆς επροξένησεν.

Ο Νομάρχης εἰς τὴν ἀνάγκην του νὰ περιορίσῃ τὸν ἄνθρωπον· θεωρών δὲ τον Σταϊκον ως Στρατιωτικόν, διευθύνθη πρὸς τὸ Φρουραρχεῖον Ναυπλίας, ζητήσας παρ’ αὐτού τὸν περιορισμόν του. ἀλλ’ ὁ Φρούραρχος ἀπήντησεν, ὅτι ὁ Σταϊκος δὲν ὑπαγεται εἰς την δικαιοδοσίαν του, ἀλλ’ εἰς τὴν τῆς πολιτικής Αρχής.

Εν τούτοις δι’ ἔλλειψιν Νοσοκομείου διὰ τους φρενοβλαβεῖς, ὁ Στάϊκος εβλήθη προσωρινώς εἰς μίαν κάμαραν των μεγάλων φυλάκων, ὅπου εἶχεν ὅλας τὰς ἀναπαύσεις του, εἰσήρχοντο καὶ ἐξηρχοντο δι’ ὅλης τῆς ἡμέρας οἱ συγγενεῖς και φίλοι του, ἡ σύζυγος και ἡ ἀδελφη του ἦσαν πάντοτε πλησίον του, καὶ ὁ φυλαξ δὲν ἐμπόδιζε κανένα· τὸν ἑπεσκεπτόμην εἰς τὸ μέρος τούτο, καιτὰ παραγγελίαν της Νομαρχίας, ὡς ἰατρὸς του Νομοῦ, καὶ δύναμαὶ νὰ διαβεβαιώσω δημοσίᾳ, ὅτι ὁ Σταϊκος εἶχεν ἐκεῖ ὅλα τὰ μέσα τῆς ἀναπαύσεως και τὴς περιποιήσεως. Οσάκις δέ εζητεῖτο ἀπὸ τους συγγενεῖς του, ἡ μετάθεσίς του εἰς ἄλλην οἰκίαν, πάραυτα ἐνηργεῖτο.

῾Ο Μακαρίτης Στάϊκος, ἰατρευθεὶς πρὸ ὀλίγου ἀπὸ ἕνα πλευρίτην, καὶ εὐρισκομένος εἰς τὴν οἰκίαν τὸ αὐταδέλφου του εἰς πλήρη ἀνάρρωσιν, κατὰ δυστυχίαν ἐπειράχθη σφόδρα ἀπὸ τὸ πρώτον τῆς φρενοβλαβείας παθος του καὶ ἐξήλθον, εις την οδόν σχεδὸν ἡμίγυμνος· τούτο ἐπέφερε τὴν ὑποστροφήν του πάθους του καὶ ἡ ἄκρατος ἐπιμονὴ του νὰ μὴ δεχθῇ τὰς ἀναγκαίας φλεβοτομίας, ούτε νὰ λάβῃ κανενὸς εἶδους ἰατρικόν, παρὰ πολλὰ ἀργὰ, συνετέλεσαν εἰς τὸν θανατόν του.

Ενταύθα θέλετε συνομολογήσει Κύρια Συντάκτα, ὅτι ἡ προσβαλλομένη πολιτικὴ Αρχὴ δὲν παρέβλεψε παντάπασιν, ὅσα τὸ αἴσθημα τῆς φιλανθρωπίας καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν πάσχοντα τούτον ἄνθρωπον ὑπηγόρευον, ἀλλ’ ουδὲ ὑπερεπήδησε τὰ πολιτικά της καθήκοντα, ένεργησασα ὅλα ταῦτα συμφωνως μὲ την δικαστικήν ἀρχήν.

᾿Εν Ναυπλίῳ,  τὴν 1 Μαρτία 1835.

 

῾Ο ᾿Ιατρὸς τὰ Νομα᾿ Αργολίδος καὶ

Κορινθίας Ιάκωβος Θεοφιλάς.

 

(Σ. τοῦ Σ.) ἐσχάτως μᾶς διευθύνθη ἐπὶ τῆς αὐτῆς ὑποθέσεως μία ἄλλη περιγραφή, τὴν ὁποίαν δὲν μᾶς ἐσυγχώρησε το στειὸν τοῦ φύλλου νὰ δημοσιεύσωμεν, ἡ ὁποία φαίνεται ὁπωσοῦν εἰς ἀντίφασιν μὲ τὴν ἀνωτέρω ἔκθεσιν τοῦ Κ. Θεοφυλᾶ.

 

Μόλον τοῦτο ἡ πιστοποίησις ἐνὸς ᾿Ιατροῦ ἀδιαφορου, ὅστις δὲν πρέπει νὰ ἔχῃ ἄλλον σκοπον παρὰ τὴν ἀληθειαν, μᾶς φαίνεται μάλλον αξιόπιστος, και ὡς το αύτην την δημοσιεύομεν, πιστοὶ εἰς τὰς ἀρχὰς της ἀμεροληψίας μας· ἐν τοσούτῳ πρέπει νὰ προσθέσωμεν ὅτι καὶ ἡ προς τον ἀξιέπαινον χαρακτήρα του εὐϋπολήπτου Νομάρχου μας υπόληψις, μᾶς κάμνει νὰ δωσωμεν περισσοτέραν βαρύτητα και πίστιν εἰς τὰ συνετὰ μέτρα τῆς ᾿Αρχῆς ταύτης.